Στειλέ μας κι εσύ
το δικό σου παραμύθι..
email@paramithia.net
http://www.paramithia.net http://www.paramithia.net/kastro.html http://www.paramithia.net/kosmos.html http://www.paramithia.net/imagine.html http://www.paramithia.net/paint.html http://www.paramithia.net/cartoon.html http://www.paramithia.net/mail.html

Σαν πέρασαν μερικοί μήνες αποφάσισαν οι γονείς της να την βαφτίσουν. Την ονόμασαν Ζάρα. Έτσι η μικρή πριγκίπισσα μεγάλωνε με την φροντίδα των γονιών της και της πιστής παραμάνας της. Μια μέρα πήρε η παραμάνα την μικρή Ζάρα να κάνουν βόλτα στο διπλανό δάσος.
Ξαφνικά παρουσιάζεται μπροστά τους ένα πανέμορφο ελάφι που μόλις τους είδε φοβήθηκε και έφυγε τρέχοντας σε κάποιο παράξενο μονοπάτι. Η μικρή Ζάρα από την λαχτάρα της να το ακολουθήσει ξέφυγε από τα χέρια της παραμάνας της κι έτρεξε να βρει το ελάφι. Η μικρούλα έτρεχε κι έτρεχε και χωρίς να το καταλάβει χάθηκε μέσα στο δάσος.
Η καημένη η παραμάνα έκατσε σε μια πέτρα κι άρχισε να κλαίει για το κακό που την βρήκε. Τι θα έλεγε στον βασιλιά και στην βασίλισσα;
Τότε άκουσε πίσω της μια φωνή. Γύρισε και είδε μια χελώνα που μίλαγε με ανθρώπινη φωνή.
- Καταλαβαίνω τον καημό σου, είπε η χελώνα, μα η πριγκίπισσα θα μείνει στο δάσος, διότι έτσι είναι το γραπτό της, έως τα 20 της χρόνια που θα ξαναδεί το φως της.
- Μα, πως έβλεπε κι έτρεχε; ρώτησε η παραμάνα με απορία.
- Το ελάφι που παρουσιάστηκε μπροστά σας είμαι ο μαγεμένος πρίγκιπας του κόκκινου βουνού. Εκείνος λοιπόν της ‘έδειχνε τον δρόμο, έως ότου έφτασε στο παράξενο μονοπάτι που έχει την φωλιά του. Θα κάτσει λοιπόν μαζί του τα υπόλοιπα χρόνια της μέχρι να γίνει 20 χρονών. Γύρισε λοιπόν πίσω και πες στον βασιλιά τα μαντάτα για να μην ανησυχεί.
Τι να κάνει λοιπόν η παραμάνα, γύρισε πίσω λυπημένη στο παλάτι. Εξήγησε τα νέα στους γονείς της μικρής Ζάρας. Εκείνοι απελπισμένοι, αλλά πονετικοί άνθρωποι, συγχώρεσαν την πιστή παραμάνα που άθελά της έγινε η αιτία για το κακό και διέταξαν τους στρατιώτες να ψάξουν σ’όλο το δάσος μήπως έβρισκαν την πριγκίπισσα. Δυστυχώς γύρισαν άπρακτοι. Έτσι το πήραν απόφαση οι γονείς της παρακαλώντας τον Θεό να την έχει καλά. Τώρα στο δάσος η μικρή Ζάρα σαν αντάμωσε με το ελάφι, έγιναν αχώριστοι φίλοι. Τι κρίμα όμως δεν έβλεπε, που το ελάφι ήταν πανέμορφο και τα δύο μεγάλα καστανά ματιά του έτρεχαν δάκρυα, που τα δικά της, της είχαν στερήσει το φως του Ήλιου, τα αστέρια του ουρανού, το χρώμα των λουλουδιών και το γαλάζιο της θάλασσας.
Μια μέρα η Ζάρα καβάλησε το ελάφι και κείνο τρέχοντας καμαρωτά έφτασαν σ’ένα κάστρο στο βάθος του δάσους, όπου δεν μπορούσε να το βρει κανείς παρά μονάχα το ελάφι. Σαν έφτασαν κατέβηκε η Ζάρα και κρατώντας το ελάφι από την ουρά ανέβηκαν τα σκαλοπάτια μπήκαν στο κάστρο εκείνο με ανθρώπινη φωνή, την οδηγούσε, ώσπου έφτασαν σ’ένα δωμάτιο τόσο μεγάλο, που η φωνή τους έκανε αντίλαλο.
Στην μέση του δωματίου υπήρχε ένα μαρμάρινο συντριβάνι, αλλά ήταν τόσο βαθύ, που μόνο ένα χέρι μπορούσε να πιάσει το διαμάντι μες τα ρουμπίνια στο βυθό του. Και το χέρι αυτό το είχε ορίσει η μάγισσα που είχε μαγέψει το ελάφι. Καταλαβαίνετε λοιπόν πως το χέρι αυτό ήταν της πριγκίπισσας.
- Τι είναι εδώ; Ρώτησε η Ζάρα.
Το ελάφι τότε άρχισε να της εξηγεί με κάθε λεπτομέρεια τι έπρεπε να κάνει, διότι σε τρεις μέρες θα είχε τα γενέθλιά της. Θα γινόταν 20 χρονών.



Μια φορά κι έναν καιρό στην χώρα των μαχαραγιάδων με τα παλάτια και τους ψηλούς πύργους, ζούσε ένας βασιλιάς που είχε μια πεντάμορφη κόρη, αλλά δυστυχώς ήταν τυφλή.
Όταν γεννήθηκε η καλή της μοίρα για να απαλύνει τον πόνο του Βασιλιά και της Βασίλισσας στάθηκε πάνω από την κούνια της νεογέννητης πριγκίπισσας και με δυνατή φωνή είπε:
«Δεν μπορώ ν’αλλάξω τα δώρα του Θεού, έχω όμως την δύναμη και το δικαίωμα να μοιράνω το μωρό, γι'αυτό λέω, ότι θα παραμείνει τυφλή η πριγκίπισσα αλλά μέχρι τα είκοσι χρόνια της. Τότε ένα παράξενο και συγκλονιστικό γεγονός θα της επαναφέρει το φως, στα όμορφα γαλάζια της μάτια».
Αυτά είπε η μοίρα και ανοίγοντας τα χέρια σαν φτερά, χάθηκε μέσα σε ένα δυνατό φως.
Όλοι οι παρευρισκόμενοι κοίταζαν περίεργα κι απορημένα γύρω τους,μέχρι που η δυνατή αλλά και χαρούμενη φωνή του βασιλιά του έφερε στην πραγματικότητα.
Επόμενη σελίδα
Επόμενη σελίδα
Η τυφλή πριγκίπισσα

Γλυκιά μικρή πριγκίπισσα
Καμάρι των γονιών σου
Θα λουλουδίζει η στράτα σου
Ως νάρθει και το φως σου.
«Δόξα το Θεό, θα δει το φως λαμπερού ήλιου στα είκοσί της χρόνια. Θα ξαναδεί! Θα ξαναδεί»!
Σε λίγο οι καλεσμένοι έφυγαν κι απόμεινα μονάχοι. Η βασίλισσα πήρε το μωρό στην αγκαλιά της κι άρχισε να του τραγουδά: